Για πολλούς, αν όχι για τους περισσότερους από τους ορθόδοξους χριστιανούς, η Μεγάλη Σαρακοστή αποτελείται από έναν περιορισμένο αριθμό από τυπικούς κανόνες και διατάξεις όπου κυρίως επικρατεί το αρνητικό στοιχείο, όπως είναι: αποχή από ορισμένα φαγητά, απαγόρευση της ψυχαγωγίας, του χορού και ίσως κάθε θεάματος. Σε τέτοιο δε βαθμό είναι η αποξένωσή μας από το πραγματικό πνεύμα της Εκκλησίας ώστε μας είναι σχεδόν αδύνατο να καταλάβουμε ότι υπάρχει «κάτι άλλο» στη Μεγάλη Σαρακοστή — κάτι χωρίς το οποίο όλες αυτές οι διατάξεις χάνουν πολύ από το νόημά τους. Αυτό το «κάτι άλλο» μπορούμε θαυμάσια να το περιγράψουμε σαν μια «ατμόσφαιρα», σαν ένα «κλίμα» μέσα στο οποίο μπαίνει κανείς, και πάνω απ’ όλα σαν μια κατάσταση του νου, της ψυχής και του πνεύματος η οποία για επτά εβδομάδες διαπερνά ολόκληρη τη ζωή μας. Ας τονίσουμε ακόμα μια φορά ότι ο σκοπός της Μεγάλης Σαρακοστής δεν είναι να μας επιβάλει πιεστικά μερικές τυπικές υποχρεώσεις, αλλά να «μαλακώσει» την καρδιά μας τόσο ώστε να μπορεί ν’ ανοιχτεί στις πραγματικότητες του πνεύματος, ν’ αποκτήσει την εμπειρία της κρυμμένης «δίψας και πείνας» για επικοινωνία με το Θεό.

Αυτή η «ατμόσφαιρα» της Μεγάλης Σαρακοστής, αυτή η ανεπανάληπτη «κατάσταση του νου» δημιουργείται βασικά με τη λατρεία, με τις ποικίλες εναλλαγές που παρουσιάζονται στη λειτουργική ζωή αυτής της περιόδου4. Θεωρούμενες κάθε μια χωριστά αυτές οι εναλλαγές μπορεί να μας φανούν σαν ακατανόητες ρουμπρίκες (τυπικές διατάξεις), σαν επίσημοι κανονισμοί που εξωτερικά φαίνονται προσκολλημένοι στον τύπο αλλά αν τις εξετάσουμε σαν σύνολο μάς αποκαλύπτουν και μας μεταδίδουν το πνεύμα της Μεγάλης Σαρακοστής: μας κάνουν να δούμε, να νιώσουμε και να βιώσουμε τη «χαρμολύπη» που είναι το πραγματικό μήνυμα και το δώρο της Μεγάλης Σαρακοστής. Μπορεί κανείς να πει, χωρίς να υπερβάλλει, ότι οι πνευματικοί πατέρες και οι ιεροί υμνογράφοι, που συνέθεσαν τους ύμνους του Τριωδίου και οι οποίοι λίγο λίγο οργάνωσαν τη γενική δομή για όλες τις ακολουθίες της Μεγάλης Σαρακοστής, οι οποίοι στόλισαν τη λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων με μια ειδική ομορφιά που τόσο της ταιριάζει, διαθέτουν μια θαυμαστή κατανόηση της ανθρώπινης ψυχής. Αυτοί πραγματικά ήξεραν την τέχνη της μετάνοιας και, κάθε χρόνο στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής, κάνουν αυτή την τέχνη προσιτή σε όποιον από μας έχει αυτιά για ν’ ακούει και μάτια για να βλέπει.

Είπαμε ότι η γενική εντύπωση είναι αυτό που λέμε «χαρμολύπη». Όταν κάποιος, έστω και αν έχει περιορισμένες γνώσεις για τη λατρεία, μπει στην Εκκλησία όσο διαρκούν οι ακολουθίες της Μεγάλης Σαρακοστής, σχεδόν αμέσως — είμαι βέβαιος — θα καταλάβει αυτή την κάπως αντιφατική έκφραση. Από τη μια μεριά, μια κάποια ήρεμη θλίψη διαποτίζει την ακολουθία: τα άμφια είναι σκούρα, οι ακολουθίες διαρκούν περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως και είναι πιο μονότονες, σχεδόν δεν υπάρχει κίνηση. Τα αναγνώσματα και οι ψαλμοί εναλλάσσονται, αλλά παρ’ όλα αυτά φαίνεται σαν να μη «συμβαίνει» τίποτε: Σε τακτά διαστήματα ο ιερέας βγαίνει από το ιερό και λέει πάντοτε την ίδια σύντομη ευχή και όλο το εκκλησίασμα συνοδεύει κάθε αίτηση αυτής της προσευχής με μετάνοιες. Έτσι για αρκετή ώρα στεκόμαστε σ’ αυτή τη μονοτονία, σ’ αυτή την ήρεμη θλίψη.

.

Από το βιβλίο του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν

«Μεγάλη Σαρακοστή- πορεία προς το Πάσχα»

εκδόσεις Ακρίτας

συνεχίζεται…

free image: unspalsh

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.