ένα δυνατό απόσπασμα από ομιλία που αναφέρεται στη Β΄ Κυριακή των Νηστειών και τη θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Εν μέσω της Μεγάλης Σαρακοστής, ας εμπνευστούμε από τους λόγους αυτούς.

+ π. Αθανάσιος Μυτιληναίος
«Σήμερα λέμε «να μετανοήσεις» και μόλις μετανοήσω και πάω και εξομολογηθώ, έχω την αίσθηση μιας αυτάρκειας, ότι τελείωσα. Αφού πήγα και εξομολογήθηκα, επισφραγίζω την εξομολόγησή μου και με τη Θεία Κοινωνία και τελείωσα.
Τελείωσες; Εξαντλείται η πνευματική ζωή στο να μετανοήσεις μόνο; Η πνευματική ζωή πάει πέρα από τη μετάνοια. Είναι στην αναγέννηση. […]
Γι’ αυτό τον λόγο πάμε και ερχόμαστε στην εξομολόγηση, πάμε και ερχόμαστε χρόνια ολόκληρα, νομίζοντες ότι δυνάμεθα να περιοριζόμεθα σε μια ανανέωση της μετάνοιας και όχι σε μία αναγέννηση. Αυτό για όλους μας είναι ένα δυστύχημα. Και πρέπει να σας πω ότι σήμερα ακριβώς αυτό κάνουμε. Γι’ αυτόν τον λόγο μας φαίνεται πολύ μακρινή η θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά σήμερα. Μέχρι σήμερα η Δύσις δεν τον έχει κατανοήσει τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Και επειδή σήμερα δυτικίζουμε και όλο δυτικίζουμε, όχι μόνο στον πολιτισμό αλλά και στο θρησκευτικόν αίσθημα και συνεχώς δυτικίζουμε, ολοένα απομακρυνόμαστε από την θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, δηλαδή από τη θεολογία της αναγεννήσεως, από τη θεολογία της θεώσεως. Να μπορούμε πραγματικά να φθάσουμε σε εκείνα τα μέτρα.
Και σήμερα, ξέρετε τι αίσθημα έχουμε; Έχουμε το εξής αίσθημα. Και εγώ που σας ομιλώ αγαπητοί μου. Όλοι μας είμεθα παιδιά της εποχής μας και όλοι βρισκόμαστε κάτω από την ίδια νοοτροπία. Έχουμε το εξής αίσθημα: ότι αυτοί οι άγιοι με τη θεολογία τους, που δεν είναι παρά η ευαγγελική θεολογία, όπως την ερμηνεύουν οι Πατέρες και την κατανοούν και τη ζουν, σας είπα, προϊόν και της προσωπικής τους εμπειρίας, το υπογραμμίζω αυτό, ως να είναι αυτά στην κορυφή του Ολύμπου και εμείς να είμαστε στην πεδιάδα και να βλέπουμε και να λέμε «και πώς ανεβαίνει κανείς τώρα εκεί πάνω;. Απρόσιτες κορυφές». Αυτό όμως είναι ένα δυστύχημα. Είναι δυστύχημα γιατί αυτά τα πράγματα αφορούν σε αυτήν τη σωτηρία μας.
Γι’ αυτό, αγαπητοί, κατακλείοντες, θα σας έλεγα, μη μένομε στα στενά όρια μιας ανεπαρκεστάτης και στοιχειωδεστάτης μετανοίας. Μια μετάνοια χωρίς δάκρυα πολλές φορές· χωρίς δάκρυα, χωρίς συναίσθηση, από μια συνήθεια πάμε να πούμε τις αμαρτίες μας και τίποτε άλλο. Να ήταν τουλάχιστον και της προκοπής η μετάνοιά μας! Να ήταν της προκοπής! Θα άξιζε ο κόπος. Ούτε αυτή δεν είναι της προκοπής. Γιατί; Γιατί απλούστατα δεν έχουμε μπροστά μας, στον οπτικό μας ορίζοντα, την αναγέννηση. Αν έχουμε στον οπτικό μας ορίζοντα την αναγέννηση, τότε θα δούμε ότι η μετάνοια είναι ένα μεταβατικό στάδιο. Βέβαια πρέπει να μετανοούμε σε όλη μας τη ζωή, γιατί είμαστε άνθρωποι και πέφτουμε. Αλλά αν το θέλετε, στη ζωή των μεγάλων αγίων, δεν έχουμε πια μετάνοια. Παρά το ότι αυτοί έλεγαν «άστε με να μετανοήσω ακόμη», όπως έλεγε ο άγιος Σισώης. «Άστε με να μετανοήσω.» Και είχε λάμψει ολόκληρος. Όμως, όπως λέγει και ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος «αυτός που μπήκε στην αναγέννηση και στη θέωση, δεν έχει ανάγκη πλέον ούτε της μετανοίας, ούτε καν των δακρύων. Δεν είναι πλέον η περιοχή της μετανοίας, αλλά της θεολογίας». Είναι μεγάλο πράγμα αυτό.
Ε, αυτή λοιπόν η προοπτική, αυτός ο οπτικός ορίζων, έχει χαθεί από τα μάτια μας. Κι έχει μείνει μπροστά μας μόνον η μετάνοια. Γιατί νομίζουμε ότι το παν είναι η μετάνοια. Την αφήνουμε κι αυτή και ατονεί, γιατί είναι ίδιον του ανθρώπου να μη θέλει να φθάνει στο τέλος. Αλλά λέει: «Δέκα είναι;». Να σας το πω με ένα μικρό παράδειγμα. Όλοι το παθαίνουμε. «Τι ώρα τελειώνει η Εκκλησία; Εννιά; Ε, θα πάω 8.30. Δέκα; Θα πάω 9.30. Τελειώνει δώδεκα; Θα πάω 11.30». Αυτό παθαίνουμε. Λέμε «η μετάνοια, ε, ας είναι και λιγάκι πιο εδώ, δεν πειράζει».
Ας προβάλλουμε, ξαναλέω άλλη μια φορά, στον οπτικό μας ορίζοντα όλο το μέγεθος του μυστηρίου της σωτηρίας μας· που είναι η αναγέννησις του ανθρώπου, που προεβλήθη τόσο δυνατά από τον άγιο πατέρα, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και που η Εκκλησία μας προβάλλει κάθε δεύτερη Κυριακή των Νηστειών.
(ολόκληρο το κείμενο ΕΔΩ)
picture from unsplash